Ήταν κάποτε ένα παραμύθι που, τους ήρωές του, ποτέ του δε λυπήθηκε. Όσους δε σκότωσε με κώνειο, όσους δε φυλάκισε σε ξερονήσια όσους δεν εξοστράκισε και όσους δε ξευτέλισε, τους άφησε να ζουν στη μιζέρια για να σκαρφίζονται παροιμίες σα και κείνη που λέει “ουδείς προφήτης στον τόπο του”.
Και το παραμύθι αυτό Ελλάδα τ΄ ονόμασαν και τους δυστυχείς του ήρωες Έλληνες τους είπαν.
Και φύγαν οι ήρωες για άλλα παραμύθια και νιώσανε σπουδαίοι μεταξύ αλλοφύλων μα μόνοι. Κι΄ όπου κι αν βρεθήκαν, η Ελλάδα τους πλήγωνε.
Και σαν ερχότανε η ώρα οι ήρωες για να πεθάνουν, μια μεγάλη φωτιά τους έκαιγε τα σωθικά.
Εκείνη η δίχως έλεος Ελλάδα, η ανάλγητη, η αγαπημένη ...
να λοιπόν πως γίνεται να χουμε(;)παραμύθιχωρίς έλεος ....
ΑπάντησηΔιαγραφήλέω να γίνουμε εμείς παραμυθάδες να το πλάσουμε απο ξαρχής το μύθο της ζωής μας
αλλιώς χαμένοι πάμε
Αυτό ακριβώς θάθελα και γω. Να πλάσουμε από ξαρχής το μύθο της ζωής μας...
ΑπάντησηΔιαγραφή