Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα hardcore cafe. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα hardcore cafe. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Σάββατο 12 Ιανουαρίου 2013

ΛΙΝΤΣΑΡΙΣΜΑ - Δανιήλ Χαρμς


Ο Πετρώφ ανεβαίνει στο άλογό του και, απευθυνόμενος στο πλήθος, εκφωνεί έναν λόγο σχετικό με το τι θα συνέβαινε αν στη θέση όπου βρίσκεται σήμερα το Δημόσιο Πάρκο, χτιζόταν ένας αμερικανικός ουρανοξύστης. Το πλήθος ακούει και είναι ολοφάνερο πως συμφωνεί. Ο Πετρώφ γράφει κάτι δικό του στο σημειωματάριό του. Από το πλήθος αποσπάται ένας άντρας μετρίου αναστήματος και ρωτάει τον Πετρώφ τι δικό του
έγραψε στο σημειωματάριο. Ο Πετρώφ απαντά πως αυτό αφορά μόνο στον ίδιο. Ο μετρίου αναστήματος άντρας επιμένει. Η μια κουβέντα φέρνει την άλλη, κι επακολουθεί καυγάς. Το πλήθος παίρνει το μέρος του μετρίου αναστήματος άντρα κι ο Πετρώφ,
για να γλιτώσει το τομάρι του, σπιρουνίζει το άλογό του κι εξαφανίζεται, καλπάζοντας σαν τρελός. Το πλήθος ταράζεται και, επειδή αναζητούσε ένα θύμα, αρπάζει τον μετρίου
αναστήματος άντρα και του κόβοει το κεφάλι. Το κομμένο κεφάλι κατρακυλά στον δρόμο και πάει και σκάζει σε μιαν υδρορροή. Το πλήθος, αφού ικανοποίησε τα πάθη του,
διαλύεται.

Δανιήλ Χαρμς
Μετ. Γιώργος Μπλάνας
από το βιβλίο "Βρέχει Γριές και άλλες ιστορίες"

Κυριακή 30 Δεκεμβρίου 2012

Η Κίρκη, τα γουρούνια κι΄ ο μαγικός ο Ξίφος


Όταν την είδαν σάστισαν.   Πρώτα τα στήθια κοίταξαν πού 'ταν αγαλματένια. Κατόπιν τα σκέλια τα μισάνοιχτα, τα μυητικά,  Μερικοί ... ίσως να 'δαν και τα μάτια της που ήταν θεϊκά.
Μα προπαντός μαστόρισσα. Ήξερε κόλπα ζόρικα που κάνουν στις ιντίες. Μ΄ ένα της βλέμμα ίδρωσαν Με μιαν αδιόρατη των ματιών υπόσχεση, έλιωσαν. Κι΄ όταν τους κάλεσε στην υγρή εστία για να τους μυήσει στα βάθη των ενστίκτων, μαγεύτηκαν τα ξίφη  τους κι΄ υγράνθηκε η γαία. Και της ανάγκης γίναν είλωτες. Τα γουρούνια.
Έτσι, του Οδυσσέα οι γενναίοι σύντροφοι, οι πεινασμένοι για γυναίκα ναυτικοί, κυλίστηκαν στις λάσπες, και γουρούνιασαν.  Μαγεμένοι και αχόρταγοι, δέσμιοι των ξιφών τους, στρογγυλοκαθισμένοι σε λάσπες ιδρώτα και υγρών, οι αυνάνες του αιδοίου, ... τον χάσανε το στόχο. 
Πάει το νόστιμον ήμαρ, πάει κ η Ιθάκη. ... τα γουρούνια.
Και την Κίρκη την είπαν μάγισσα.
Κι΄ ο Τσιτσάνης την είπε αρχόντισσα κι΄ αχάριστη.
Και ζήσανε αυτοί καλά σε νύχτες μαγικές και μεις σε ονειρεμένες.

Μιαν άλλη φορά θα σας πω ποιος είναι ο μαγικός ο Ξίφος και ποια τα μαγεμένα ξίφη. Με ποιον τρόπο έσωσε ο πολυμήχανος τζαναμπέτης ο Οδυσσέας τα γουρούνια και  πως τα ξέχασεν η μάγισσα και ξαναγίναν άνθρωποι π' ανάθεμά τους. Θα σας πω επίσης ότι κι΄ ο πολύτροπος έγινε προσωρινά γουρούνι μα είλωτας δεν έγινε.  Και έβαλε την μάγισσα να προσκυνήσει τον μαγικόν του Ξίφο, δείχνοντάς της ποιος είναι ο αληθής αφέντης του μαγικού Αυλού ή όπως αλλιώς θέλετε να τον πείτε..., Και μαγεύτηκεν η μάγισσα κι΄ έγινε γουρούνα και δούλα, ξεχνώντας πως κάποτες ήτανε αρχόντισσα.   Μα αυτά μιαν άλλη φορά θα σας τα διηγηθώ, σε άλλο παραμύθι, ... για την ώρα σας αφήνω ν΄ ακούσω λίγον Μότσαρτ.....
Μα να θυμάστε μόνο αυτό.   Αλίμονο στον άνθρωπο, άντρα ή γυναίκα, που χει τον Αυλόν του,  ή όπως αλλιώς θέλετε να το πείτε,  μαγεμένο και όχι μαγικό. 

Τετάρτη 19 Δεκεμβρίου 2012

ζωγραφίζοντας μια συνηθησμένη μέρα ...


Ο διπλανός μου είναι απασχολημένος. Διορθώνει τη θέση των μυωπικών γυαλιών που όλο πέφτουν απ΄ τη γλιστερή προβοσκίδα του. Καθόλου δεν τον νοιάζει το πύον που έχει συσσωρευτεί γύρω και κάτω απ΄ το κάθισμά του.
Απέναντι κάθεται ένας μυώδης διανοούμενος. Προφανώς αισθάνεται άβολα στη στενή φούστα της στολής του. Βγάζει από το νεσεσέρ του ένα βιβλίο και ένα ψαλίδι. Κόβει το εξώφυλλο σε λωρίδες και τρώει με βουλιμία.
Μια παρέα περαστικών συμπαραστέκεται λεκτικά στον πόνο της γριάς που έχασε τη μάσκα της, μα ευτυχώς ένας σκύλος με στολή θυρωρού τη βρίσκει κάτω από το κάθισμα του αστικού λεωφορείου. Οι υπεύθυνοι πιάνουν μεγάλα σφυριά και βοηθούν τη γριά να βάλει την πολύχρωμη μάσκα στη θέση της. Χτυπούν όλοι μαζί μέχρι που η γριά γίνεται φωτογραφία και χάνεται στο δυτικό τοίχο.
Μπροστά στον πάγκο με τα χρυσά αγάλματα, τα λασπόνερα σχηματίζουν λίμνη. Μια γυναίκα σπρώχνει το καρότσι της μέχρι της όχθες, σηκώνει με κόπο την παραφουσκωμένη κοιλιά απ΄ το καρότσι και ξαπλώνει ανοίγοντας διάπλατα τα πόδια.
Τα χείλη ενός γέρικου αιδοίου γεμίζουν τις οθόνες όλων. Σε λίγο βγαίνουν οι ένοχοι. Ένα- ένα, επτά συνηθισμένα νεογέννητα παραμερίζουν τα ζαρωμένα χείλη του αιδοίου και, κάνοντας σαν ηθοποιοί σε χιλιοπαιγμένο ρόλο, πηδάνε στα λασπόνερα της λίμνης. Το μεγαλύτερο τρώει το μικρότερο και όλα μαζί αρχίζουν το παιχνίδι της αναρρίχησης.
Κάτι μαϊμούδες αναδύονται – με απόλυτα συγχρονισμένες κινήσεις ομολογώ – σ’ ένα στριφογυριστό ανοδικό χορό και αίφνης βυθίζονται ψηλά, στις λάσπες τ΄ ουρανού.
Δίπλα μου – από την άλλη πλευρά - κάθεται μία γυναίκα. Βγάζει – με τελετουργικές κινήσεις - τη μάσκα της, την αφήνει στο τραπέζι και φοράει μία άλλη. Πιο άνετη. Δε νιώθει ντροπή που αλλάζει μπροστά μου. Μετά πιάνει μια βαριά σιδερένια γραφομηχανή απ΄ το δίσκο ενός σερβιτόρου που περιφέρεται στον χώρο, την ακουμπά στα πίσω πόδια της και αρχίζει να κτυπά τα πλήκτρα με μανία. Όμως η γραφομηχανή δεν έχει αλφατέσσερα…….. Δεν έχει χαρτί!
Ανησυχώ! Πνίγομαι! Νιώθω εγκλωβισμένος!
Κάνω την καθιερωμένη κίνηση απελπισίας και οι σερβιτόροι με την κίτρινη στολή φέρνουν τον καθρέφτη.
Τον κρατάνε υπομονετικά και αρμοδίως μπροστά μου μέχρι να βεβαιωθώ.
Το ράμφος μου είναι στη θέση του. Η μάσκα μου γυαλιστερά χαμογελαστή.
Οι όρχεις μου, όπως πάντα, περίπου τρεις.
Τελικά, ... είναι μια συνηθισμένη μέρα.
Κακώς ανησύχησα...
Τομάζο Παγώνης

Πέμπτη 11 Οκτωβρίου 2012

Επανάσταση


Εδώ βλέπουμε κάποιον κάπου, να βάζει τα παπούτσια του. Αυτός εδώ, είναι ένας άλλος που ξυπνά τρομαγμένος απ΄ τον εξωγήινο ήχο του φτηνού ρολογιού στο κομοδίνο. Λίγο πιο πέρα, ο ίδιος – ή κάποιος άλλος, ... δεν έχει σημασία - μπαίνει καθυστερημένος στο τραίνο. Τρεις μοναχικοί εκείνοι, διαβάζουν εφημερίδα καθισμένοι στις άβολες πολυθρόνες του καφενείου της πλατείας. Οι μανάδες φτιάχνουν πρωινό στα μίζερα παιδιά τους και οι κουλουρτζήδες ορκίζονται τη φρεσκάδα του εμπορεύματός τους. Κάτω απ΄ την σκάλα του μετρό, δύο αλήτες γυρίζουν πλευρά και συνεχίζουν τον ύπνο τους, ενοχλημένοι απ΄ τους θορύβους των νοικοκυραίων.

Η πόλη ξυπνά αδιάφορη και ασυντόνιστη σαν καθεμέρα....

Ένας μεθυσμένος, κατάλοιπο της νύχτας είναι, δε σκιάζεται το φως και στέκεται να κοιτάζει τον ήλιο που ψηλώνει πίσω απ΄ τα βάρβαρα κτίρια με εκνευριστικά αργή και αλαζονικά σίγουρη κίνηση. Το φεγγάρι, αδιάφθορο ίσως, μα λειψό, δεν παραλείπει να τον χλευάσει. Καρφωμένο δίπλα σε σκόρπια σύννεφα, αρνείται να παραχωρήσει την θέση του στον πορφυρό εραστή. Και τον περιφρονεί ξαπλωμένο, ... μα αδιάθετο. Σε λίγο τα σύννεφα - μια στάλα υδρατμοί σπρωγμένοι από ξένη δύναμη είναι - κρύβουν το αιώνια θηλυκό φεγγάρι απ΄ τα μάτια του μεθυσμένου κι΄ εκείνος με φιλοσοφική διάθεση, κλωτσά το τενεκεδάκι που βρέθηκε στο δρόμο του και συνεχίζει να μπερδεύει την κατεύθυνση των άσκοπων βημάτων του.

Εδώ, ή ίσως λίγο πιο κάτω, μια παρέα περιστέρια ερωτοτροπεί και γεμίζει περιττώματα την πλατεία που σιγά σιγά γεμίζει κομπάρσους.

Και την πρέπουσα στιγμή ακριβώς, οι κομπάρσοι επιτελούν το καθήκον τους. Συντονίζονται και διώχνουν τα περιστέρια. Και κρύβουν τον ήλιο πίσω από τα πέπλα της συννεφιάς τους.

Και σύντομα επιτυγχάνουν πλήρη καταχνιά.

Και όλοι μαζί ξεκινούν την συντονισμένη πορεία προς την ίδια, την αρμοδίως υποδειχθείσα, κατεύθυνση. Μαζί τους και ο μεθυσμένος. Και οι αλήτες. Και οι μανάδες με τα παιδιά τους. Και οι μοναχικοί του καφενείου μαζί με τους κουλουρτζήδες. Συντονισμένοι και ευπειθείς, στην ίδια κατεύθυνση αφήνονται ...

Εκεί, ή ίσως λίγο πιο κοντά, δίχως να να ερωτοτροπούν μα συντονισμένοι πλήρως με την αρμόδια πορεία, εκτελούν το καθήκον της παραγωγής περιττωμάτων κάποιοι άλλοι. Είναι κι΄ αυτοί κομπάρσοι, ντυμένοι δάσκαλοι, καθοδηγητές και δικαστές. Και επιβάλλουν εις αλλήλους δόγματα και διατάγματα.

Μακριά απ΄ την πλατεία, αλλά μέσα της, βασίλισσες κρυμμένες σε πλουμιστά κοστούμια, περιτριγυρίζονται από κηφήνες. Και διατάσσουν την των κομπάρσων πορεία, όπως την δική τους διέταξαν μελισσοκόμοι, κι΄ όπως την εκείνων διατάξαν άλλοι.

Ξάφνου ένας κομπάρσος, ένας μόνον, κινείται αναρμοδίως.

Αντίθετα στο ρεύμα.

Ασυντόνιστα και αρμονικά.

Τετάρτη 26 Σεπτεμβρίου 2012

περί ιατρικής πόνημα


ΤΟΥ ΛΙΘΙΝΟΥ ΔΙΟΣ ΕΧΘΕΣ 

Ο ΚΛΙΝΙΚΟΣ ΗΨΑΤΟ (το όνομα του θεράποντος ιατρού σας - κατά προτίμησιν του δόΧτωρα απαράδεΧτου!

ΚΑΙ ΛΙΘΟΣ ΩΝ ΚΑΙ ΖΕΥΣ, ΣΗΜΕΡΟΝ ΕΚΦΕΡΕΤΑΙ....


ΝΙΚΑΡΧΟΣ

σημ. η παρούσα δημοσίευση έγινε από τον ΔόΧτωρα ΑπαράδεΧτο και όχι από τον ρεμπεσκέ τον Τομάζο.  Έτσι για να δει το ρεμάλι ότι έχω χούμορ και αυτοσαρκαζμό.  Όχι σαν και του λόγου του που είναι χαρτογυακάς και μη μου άπτου.....

Σάββατο 22 Σεπτεμβρίου 2012

ει μεν γηράσκει το καλόν....


απαράδεΧτα πορνόγερος δόΧτωρας

Καταγγέλλω τον απεχθέστερο των γερόντων, τον επονομαζόμενο δόΧτωρα απαράδεΧτο, ο οποίος έκλεψε απ΄ την βιβλιοθήκη μου την “Παλατινή ανθολογία” σε μετάφραση Ηλία Κυζηράκου, την μελέτησε, ... και το μόνο που κατάφερε να αποστηθίσει είναι κάποια ρήση που αποδίδεται στον Στράτωνα τον Αθηναίο, την οποία έκτοτε χρησιμοποιεί για να πείσει νεαρές δεσποινίδες προκειμένου να τις παρασύρει σε ακόλαστες πράξεις.

Ιδού η ρήσις
Ει μεν γηράσκει το καλόν μετάδος πριν απέλθη
Ει δε μένει, τι φοβή τουθ΄ ο μένει διδόναι;
(εάν μεν γερνά η ομορφιά, δώσε την πριν σου φύγει. εάν όμως παραμένει τι φοβάσαι να δώσεις αυτό που θα μείνει δικό σου;)

Οθεν συνιστώ στις νεαρές κυρίες, σε περίπτωση που θα τις πλησιάσει γέρον σαλιάρης πονηρός, γλώσσα αρχαία ομιλών, ... να του πουν πως είναι απαράδεΧτος.

Πέμπτη 22 Σεπτεμβρίου 2011

τα νοερά ασώματα


οδηγίες χρήσεως:   
να διαβαστεί τραγουδιστά 
στον παραδοσιακό ρυθμό 
του ερωτόκριτου.

στα νοερά ασώματα που έστερξα μαζί της
η μούσ΄ αντίδωρο ζητά, πυρέσσουσα της κοίτης
στενάζει ανασαίνοντας, της συμφοράς θυσία
γυρεύει νεκροσέντονα και ιερή μανία

τα νοερά ασώματα, των ευμενίδων έξεις
της ίριδας υπόδουλα τα μάτια κι΄οι ορέξεις
κι η αθηνά ανήμπορη, να τις εξευμενίσει
στις ερινύες θήραμα τις νύμφες θα δωρίσει

αντίγραφα κακέκτυπα στην ίδια ιστορία
τα νοερά ασώματα σε νέα συγκυρία

σα χρώματα παράξενα κάποιας βωβής ταινίας
ασπρόμαυρης κατάμαυρης μονόχρωμης κι΄ αστείας
τα νοερά ασώματα στων λέξεων το σχήμα
γράφουν ταφόπλακες αισχρές στο αιώνιό τους μνήμα

σα χρώματα περήφανα μονόχρωμης παρέας
τα σκότη γίναν σχήματα ανείποτης ιδέας.

τα νεαρά τ΄ ασώματα που θέλει να κερδίσει
η μούσα είν ανήμπορη να τα διεκδικήσει

δόΧτωρ απαράδεΧτος
../..

multiple-choice question
τι θέλει να πει ο απαράδεΧτος του γιατρού;
α. ο απαράδεΧτος τραγουδά την αυτοκρατορία της ηδονής της οποίας είναι υπήκοος
β. ο απαράδεΧτος διαμαρτύρεται στη μούσα του γιατί έχει καιρό να του τραγουδήσει έμπνευση
γ. ο απαράδεΧτος ζήλεψε τη δόξα των μοδέρνων ποιητάδων και θέλησε να γίνει ένας απ΄ αυτούς
δ. όλα τα ανωτέρω

Πέμπτη 25 Αυγούστου 2011

πορνογράφημα

... μια φορά κι΄ έναν καιρό, πριν από χιλιάδες χρόνια μέχρι σήμερα, ήταν δυο άσπονδες φίλες, η Σεμνοτυφία και η Φιληδονία. Κανονικά, δεν θα έπρεπε να είναι ούτε άσπονδες, ούτε φίλες ... ούτε καν γνωστές. 'Άλλες παρέες θα πρεπε να 'χει η μια και άλλες η άλλη. Έλα όμως που είχαν του κόσμου τους κοινούς γνωστούς.
Μια μέρα, η Σεμνοτυφία σκέφτηκε να στήσει ένα φαν κλαμπ, έτσι για να μετρήσει τους αφοσιωμένους φίλους της. Μα η Φιληδονία που δεν ανεχόταν μύγα στο σπαθί της, έστησε κι΄ εκείνη ένα δικό της. Μα λίγοι μόνο, κάτι ανδρείοι της ηδονής, τόλμησαν να γίνουν μέλη στο κλαμπ της Φιληδονίας. Εκατομμύρια οπαδοί της, προτίμησαν να παραμείνουν ανώνυμοι, ενώ συγχρόνως, για λόγους πέρα απ΄ τη θέλησή τους, αναγκάστηκαν να γίνουν μέλη του κλαμπ της Σεμνοτυφίας που ονομαζόταν “τάξις και ηθική”. Οι προδότες! Οι κιοτήδες! Έτσι, η Φιληδονία αναγκάστηκε να διεκδικήσει τους δειλούς φίλους της, χρησιμοποιώντας ένα δούρειο ίππο. Την πορνογραφία.
Με τον όρο πορνογραφία εννοούσε την διά λέξεων, εικόνων ή αγαλματιδίων λεπτομερή περιγραφή σεξουαλικών πράξεων με σκοπό την αφύπνιση του βασικού ενστίκτου της διαιώνισης του είδους. Και διά της αφυπνίσεως αυτής θέλησε να προτρέψει τους φίλους της να επιδίδονται σε φιλήδονες και ενδεχομένως ακόλαστες, κατά μόνας ή με παρέα, πράξεις. Στην πραγματικότητα ήθελε να τους προσηλυτίσει και να τους εγγράψει στα μέλη του δικού της φαν κλαμπ. Έτσι αφενός θα έμπαινε στο μάτι της χαμηλοβλεπούσας της Σεμνοτυφίας αφετέρου θα επιτύγχανε την πλήρη επικράτηση της αυτοκρατορίας της ηδονής.
Έτσι, απ΄ τα πρώτα κιόλας χρόνια της διαμάχης της με την Σεμνοτυφία, έβαλε ζωγράφους και κεραμοποιούς να αναπαραστήσουν με την τέχνη τους πράξεις και στάσεις ιδιαιτέρως ερεθιστικές. Συγχρόνως έπεισε ποιητές και λογοτέχνες να περιγράψουν τα απερίγραπτα. Και αρκετά αργότερα, έθεσε στην υπηρεσία της και την τεχνολογία. Με την γέννηση της 7ης τέχνης, ξεφύτρωσαν και οι πρώτες πορνογραφικές ταινίες που κατέγραφαν στοματικές και πρωκτικές πανδαισίες.
Έτσι, η Φιληδονία αγκάλιασε τον κόσμο της τέχνης, ενώ η Σεμνοτυφία αγκάλιασε την εξουσία και έγινε παρατρεχάμενη της εκκλησίας και του βασιλιά. Ξύπνιος ο άναξ, γάτα ο ποντίφηξ, γνώριζαν κι΄ δυο τους καλά πως οι ανέραστοι είναι ευκολότερα καθοδηγούμενοι. Επίσης γνώριζαν πως όσοι δήλωναν φίλοι της Σεμνοτυφίας ενώ συγχρόνως ερωτοτροπούσαν με τα πορνογραφήματα της Φιληδονίας μπορούσαν εύκολα να εκβιαστούν και να γίνουν ιδιαιτέρως χρήσιμοι. Έτσι, εκκλησία και βασιλεία, καταδίκασαν την πορνογραφία, φροντίζοντας συγχρόνως να της αφήσουν χώρο να επιβιώσει.
Και πέρασαν τα χρόνια με τις δύο “φίλες” να διεκδικούν τα πρωτεία και να κάνουν και οι δυο τους ότι περνούσε απ΄ το χέρι τους προκειμένου να κερδίσουν οπαδούς.
Απ΄ τη μια λοιπόν ο καλλιτεχνικός κόσμος με τη Φιληδονία, απ΄ την άλλη η εξουσία με τη Σεμνοτυφία και στη μέση η πορνογραφία, ... πέρασε ο καιρός και φτάσαμε ως τις μέρες μας. Και ακόμα και σήμερα κατηγορεί η Σεμνοτυφία τη Φιληδονία ότι ωθεί τους νέους στην πορνεία και ζητά από την πολιτεία να θεσπίσει νόμους που να απαγορεύουν την πορνογραφία. Όμως η Φιληδονία υπερασπίζεται την εφεύρεσή της αμφισβητώντας τη δυνατότητα ενός νόμου ή μιας κυβέρνησης να απαγορεύσει την πορνογραφία χωρίς να καταστρατηγήσει τα δικαιώματα ελευθερίας της έκφρασης των πολιτών.
Και επειδή μου ζήτησαν τη γνώμη μου αμφότερες, ... αλλιώς, το γνωρίζετε πως δε θα έμπαινα σε ξένα χωράφια..., απεφάνθην μετά βουλιμίας (άσχετο) ότι η πορνογραφία δε δύναται να απαγορευθεί εφόσον τηρούνται οι παρακάτω απαράβατοι όροι:
α. να περιγράφει ή να δείχνει ενηλίκους, και να απευθύνεται σε ενηλίκους
β. οι συντελεστές να συμμετέχουν οικειοθελώς και εν γνώση τους
γ. οι συντελεστές να έχουν σώας τα φρένας
δ. να πιστοποιείται η μη εξάρτηση των συντελεστών από ναρκωτικές ουσίες (κάτι σαν αντιντόπινγκ)


Όμως δεν είμαι ακόμα αρκετά ενήλικος για να συνεχίσω, ... όπερ το πορνογράφημα λήγει.


Μετά τιμής
ο δόΧτωρ του γιατρού

Τρίτη 9 Αυγούστου 2011

αυτά συμβαίνουν και στα καλύτερα σπίτια


Η. ρεζίλι μ΄ έχεις κάνει με τα τσιλιμπουρίσματά σου γεροξεκούτη.
Δ. μα βρε κορώνα της κεφαλής μου, εσύ δεν είσαι η νόμιμη γυναίκα μου και η βασίλισσα του σπιτιού μου; τι σε νοιάζει ρε ζηλιάρα τι κάνω στον ελεύθερο χρόνο μου;
Η. γιατί ρε ανεγκέφαλε, όταν διψάει ο κήπος μας, δεν ποτίζουμε ξένες γλάστρες... δεν γλωττοδεψέουμε την κάθε εύπηγο γκομενίτσα.
Δ. μα εσένα βρε αγάπη μου σε βλέπω σαν αδελφή μου. δεν ημπορώ δεν δύναμαι να σε απαυτώνω σαν την κάθε τσούλα. δεν είναι πρέπον μάνα μου...
Η. τώρα έγινα αδελφή σου ρε επιβήτορα της πλάκας;  όταν με ζήταγες σε γάμο δεν σε πείραζε;  όταν μου αράδιαζες τρία τέσσερα κουτσούβελα ήμανε καλή; τώρα έγινα αδελφή σου;
Δ. μα βρε ψυχή μου αυτά είναι νόμιμα πράματα. παιδιά σούκανα, δε σε απάυτωσα... θες να σου κάνω τις βρωμιές που κάνω στην κάθε πουτανίτσα; σ΄ εσένα; στη μάνα των παιδιών μου; στη θεά πούχω δίπλα μου; τι είμαι κανένας κύντερος;
Η. μπα! και τι κάνεις με την κάθε πουτανίτσα για νάχουμε καλό ρώτημα;
Δ. εεε τι λέγαμε; αλήθεια τρία ή τέσσερα παιδιά έχουμε; δεν ήσουν σαφής.
Η. τρία απ΄ ότι ξέρω αλλά ο όμηρος επιμένει πως κι΄ ο κούτσαβλος είναι δικός μας. μα εγώ αυτό το πήδημα δε το θυμάμαι..... δεν ήταν και πολλά... θα το θυμώμουνα.
Δ. και πως να το θυμάσαι; ... νομίζεις δε μου τα είπε ο ησίοδος τα καμώματά σου. .....μόνη σου τον έκανες..... αλλά τέτοια ήσουν πάντα. εγωίστρια! 
Η. εσύ ν΄ ακούς μόνο τα κουτσομπολιά που με αφορούν ξέρεις.  κάποιον αριστοφάνη δεν τον έχεις ακουστά; λοιπόν τέρμα τα αστεία.  πλύσου ξυρίσου και έλα να το κάνουμε.
Δ. να πα να ξυριστείς εσύ. ... μου θες και καμασούτρα γριά γυναίκα. πάω μια βόλτα και μη τολμήσεις να μου ξανακάνεις τη γκόμενα μπάρμπεκιου γιατί θα πω στις αγάμητες που σε λατρεύουν και χτίζουν ναούς στόνομάσου πως θές να σου ποτίσω τον κήπο και να δουμε με τι μούτρα θα τις αντικρίσεις τις παρθενόπες...
Η. μη τολμήσεις να με διαπομπέψεις στις φίλες μου! Τακούς; ...γιατί θα βγάλω στη φόρα τις ντροπές σου με το γανυμήδη παλιολούγκρα κι΄ αντί για ξένιο θα σε φωνάζουν συκένιο και ντιγκιντάγκα.    

Πέμπτη 30 Ιουνίου 2011

στον χαμένο ποδηλάτη του άμστερνταμ

επειδή είμαι οργισμένος με όσα έγιναν χθες στο σύνταγμα. ... επειδή έζησα από κοντά όσα έγιναν,.. επειδή προτιμώ να μιλήσω αργότερα, ... όταν η οργή θα δώσει τη θέση της σε νέα γνώση, σε νέα εμπειρία.... γι΄ αυτό το λόγο προτίμησα να σας πω μια ιστορία που σκαρφίστηκε ο νούς για να παιδέψει το συναίσθημα....  

και πέρασαν χρόνια από τη μέρα που το αγόρασες.  και ήσουν τόσο περήφανος που είχες το δικό σου ποδήλατο να κυκλοφορεί στους υγρούς δρόμους του άμστερνταμ. μα τάφερε έτσι η μοίρα και έμπλεξες.  και γίναν οι δρόμοι σου θολοί και ομιχλώδεις. 
εκείνη τη μέρα το κλείδωσες, το παράτησες δίπλα στο σταθμό των λεωφορείων κοντά στον κεντρικό σταθμό του τραίνου και έτρεξες να βρεις τα παιδιά που πουλάνε ελπίδα.  
κι΄ είπες πως θα γυρίσεις, μα ποτέ σου δεν τόκανες.  
και κείνο περιμένει σκουριάζοντας καρτερικά.  
ένα στρώμα σκουριάς για κάθε χρόνο που λείπεις....
και δε σε κατηγορεί για την προδοσία σου, μόνο που ένα ασπλαχνο φύσημα του αγέρα τόριξε κάτω και κανείς δε βρέθηκε να το σηκώσει...
και σήμερα που το συνάντησα δε μου ζήτησε να το σηκώσω, 
δε ζήτησε να αποκαταστήσω τη χαμένη του περηφάνια
μόνο,
μουπε πως σε περιμένει .....

Σάββατο 25 Ιουνίου 2011

εξαγορές της πεντάρας


καφέ και ουχί καφενείο στην πλατεία του δημαρχείου της επαρχιακής του πειραιά πόλης. ελληνικός σκέτος και μονός, ... κερμάτια δύο και ενενήντα. μα διαθέτει μπισκότο πλαστικό, εντυπωσιακά συσκευασμένο. το καϊμάκι είναι πλούσιο με φούσκες στη μέση καθώς που μου αρέσει, φτιαγμένο απ΄ το σιχαμένο πλην τεχνολογικά άρτιο μηχάνημα που αντικατέστησε τη χόβολη. και η συσκευασία του μπισκότου με χλευάζει. γράφει espresso.
βγάζω το σημειωματάριο, απομίμηση moleskine, και μια γνήσια του χίλια εννιακόσια πενήντα pelican, απ΄ αυτές με την αξεπέραστη αντλία για το μελάνι. χρώμα μελανιού κόκκινο πορφυρό ... χαρτί λευκό, ...εντυπωσιακά λευκό και άγραφο...

...άνδρα μοι ένεπε μούσα πολύτροπον ....

Ένα κορίτσι πέντε έξι χρονών, σε διατεταγμένη επαιτείας υπηρεσία, πλησιάζει. Μα το ρέμπελο πλασματάκι έχει διάθεση για παιχνίδι. Καθώς με πλησιάζει βλέπει ένα πολύχρωμο χαρτί στο βρώμικο πάτωμα και η προσοχή του αποσπάται. Το πιάνει και το πετά ψηλά. Κάθεται κάτω απ΄ την λικνιστή πτώση που ακολουθεί το ρυθμό των νόμων της φυσικής και χορεύει σε ρυθμούς που ακολουθούν τους νόμους της παιδικής ηλικίας. Και ξεχνά να ζητήσει τον οβολό μου. Αναπόφευκτα σκέφτομαι τα παράπονα της δασκάλας για την κόρη μου που δεν συγκεντρώνεται στο μάθημα.... Και το κορίτσι με το πρόβλημα συγκέντρωσης προχωρά στο επόμενο τραπέζι. Η κοπέλα με τα κόκκινα μαλλιά το διώχνει με κινήσεις έμπειρες και λόγια προσβλητικά. Το κορίτσι, έμπειρο κι΄ αυτό, γυρίζει την πλάτη στα βαμμένα μαλλιά και αναζητά το χρωματιστό χαρτάκι του. Μα δεν το βρίσκει και επανέρχεται στην διατεταγμένη υπηρεσία. Πλησιάζει και μου λέει πως πεινάει. Το ρωτάω που μένει και με παιχνιδιάρικη διάθεση σχηματίζει στον αέρα ένα περίεργο σχήμα με πολλές γωνίες. “Εκεί” μου λέει. “Μακριά”. Τη ρωτάω αν είναι μόνη και πως θα γυρίσει στο σπίτι. “Δεν είμαι μόνη. Έχω μαζί μου τη μικρή μου αδελφή και πεινάμε!” απαντάει και μου δείχνει ένα ακόμα πιο μικρό κορίτσι που ζητιανεύει λίγα τραπέζια πιο κάτω...
Οι σκέψεις συγκρούονται με τα συναισθήματα. Θέλω να δω τον εργοδότη των παιδιών, το γέρο Πίτσαμ απ΄ την όπερα της πεντάρας. Θέλω να τον δώσω στον Μακήθ, το γρήγορο μαχαίρι, να τον καθαρίσει. Μα ο Μακήθ έχει ήδη λυπηθεί τον γέρο Πίτσαμ και θέλει να τον προσλάβει στην τράπεζα που του έστησε η Πόλι. Και ο τραπεζίτης Πίτσαμ δε θέλει ν΄ αφήσει την επιχείρηση της ζητιανιάς. Και δεν τολμώ να ρωτήσω περισσότερα το κορίτσι γιατί υπάρχει η πιθανότητα να μην υπάρχει γέρο Πίτσαμ. Ίσως, πίσω απ΄ τα δύο παιδιά, να υπάρχει μια ιστορία βγαλμένη απ΄ τον ελληνικό κινηματογράφο. Λες και η μελό ιστορία ή η εργοδοσία του Πίταμ κάνει κάποια διαφορά για τα παιδιά.... Και θέλω να τα βάλω στο αυτοκίνητο, να τους δώσω χρήματα και να τα πάω στο σπίτι τους. Ή να τα πάρω στο δικό μου σπίτι, όπως πήρα εκείνο τον αλήτη το γάτο και τον έκανα άνθρωπο. Μα είμαι ένας πορνόγερος. Ο γέρο Πίτσαμ θα με συκοφαντήσει για παιδεραστία και θα πάρει πίσω τις δύο μικρές “επιχειρήσεις” του. Θέλω να πάω μέχρι το σπίτι τους. Να δω που μένουν. Να κινητοποιήσω φίλους και γνωστούς. Να κάνουμε κάτι για την μελό ιστορία τους. Να ρίξουμε μια σταγόνα στον ωκεανό. Μα ο Μακήθ, είναι φίλος πια με τον πεθερό του το γέρο Πίτσαμ. Μου δείχνει το μαχαίρι και με αποτρέπει. Καθώς χαϊδεύει την κοφτερή λεπίδα, με κοιτά υποτιμητικά κάνοντας τσ τσ τσ!
Μα την αλήθεια, σ΄ ευχαριστώ για το άλλοθι αδελφέ Μακήθ. Ωραία επιχείρηση έστησες γέρο Πίτσαμ. Αξίζεις τη συνδρομή μου...
Βγάζω απ΄ την τσέπη κερμάτια και εξαγοράζω λίγες απ΄ τις τύψεις. Οι Ερινύες την σήμερον ημέρα σιχαίνονται τους ικέτες. Θέλουν “νόμισμα”. Και το “νόμισμα”, καθώς αλλάζει χέρια, γίνεται μπουνιά στα μούτρα του ελεήμονα. Μα ο ελεήμων είναι έμπειρος στις μπουνιές. Είναι, ούτως ή άλλως πνιγμένος στα “νομίσματα” κάθε είδους και έχει καταντήσει “νόμισμα” ο ίδιος...
Το κορίτσι πιάνει απ΄ το χέρι τη μικρή του αδελφή και αποχωρεί. Πριν αποχωρίσει υποκλίνεται και μαζεύει απ΄ το πάτωμα το χρωματιστό χαρτάκι του.... Κανείς δε χειροκροτεί. ..... Αυλαία.
Μα, περίεργος καθώς είμαι, ρίχνω κρυφές ματιές πίσω απ΄ την αυλαία. Ο γέρο Πίτσαμ είναι εκεί. Τα κερμάτια αλλάζουν χέρια και τα κορίτσια κάνουν την εμφάνισή τους στο διπλανό καφέ-θέατρο. Φοράνε και πάλι τα κουρέλια της ζητιανιάς και δίνουν την ευκαιρία στους θεατές της ζωής να εξαγοράσουν Ερινύες.
Και είναι όλοι ευχαριστημένοι που υπάρχει ο γέρο Πίτσαμ να μετριάζει τις τύψεις τους. Και είναι όλοι αδιάφοροι για το ανθρώπινο δυναμικό πίσω απ΄ τα κουρέλια της επαιτείας. Και ο ρόλος γίνεται δένδρο που κρύβει το δάσος των μιμητών που βρίσκονται στην υπηρεσία του δύστυχου γέρο Πίτσαμ...

..."εξαγορά" μοι ένεπε, “νόμισμα” πολύτροπον...

Τρίτη 15 Μαρτίου 2011

ηθοποιός

μόνο τη μάσκα του ενδύθηκε.....
Η Νεφέλη δεν παίζει ρόλους για να εργασθεί. Η Νεφέλη εργάζεται παίζοντας ρόλους.
Και πιστεύει πως είναι ηθοποιός επειδή, των ρόλων που εργάζεται, το ήθος ν’ αναδείξει  προσπαθεί. Και λένε όλοι, πως είναι ηθοποιός καλή! 
Μα οι ήρωες που μιμείται είναι και εκείνοι μιμητές.  Μιμητές του ίδιου τους του ρόλου. 
Του ρόλου που διέταξε ο ποιητής τους.   Του ρόλου που αν δεν ήταν περσόνες, που αν ήταν αληθινοί, ποτέ οι ίδιοι δε θα διάλεγαν.  Μα που, ούτως ή άλλως, θα τους είχε απ΄ το σενάριο, που ζωή λογίζεται,  επιβληθεί .   

Και όσο πιο γνήσιοι οι ήρωες του ποιητή,  τόσο πιο σύνθετα, τη ζωή που φτιάχτηκαν να ζήσουν, μιμούνται. Τη ζωή που από καιρό χτιζόταν γύρω τους, όταν ο ποιητής τούς δημιουργούσε. 
Και δίνει την ψυχή της η Νεφέλη στη σκηνή, για ν΄αναδείξει τους ήρωες που παιδιά σαν ήσαν, παίζανε στους δρόμους και γέμιζαν με παραστάσεις το άγραφο χαρτί του νου.
Μα σα μεγάλοι, ενδύθηκαν το ρόλο που είχε από παλιά γραφτεί. Το ρόλο που από παιδιά προβάριζαν.

Όμως η Νεφέλη δεν γνωρίζει πως μιμητές μιμείται .
Πως μιμείται τη ψυχή τους….., έτσι νομίζει.
Γι΄ αληθινούς τους ήρωες του ποιητή, κι΄ εκείνους της ζωής νομίζει.
Και επιτυγχάνει μίμηση πραγματική,  μα αληθινή καθόλου. 

Και εργάζεται το σφάλμα η Νεφέλη και παράγει άλλοθι ίδιο με πραγματικότητα. 
Με πραγματικότητα που, καθώς μελετά το ρόλο της, αλήθεια μοιάζει. 
Και δίνει ζωή στο ψέμα που άφησε να χτιστεί γύρω της μιμούμενη τους ακούσιους μιμητές.

Ποτέ της δεν έκλεισε τα μάτια για να δει,  τον Πινόκιο που ο Τζεπέτο κατ΄ εικόναν ποίησε...
Δεν κατάφερε να ζήσει την ψυχή του, μόνο τη μάσκα του ενδύθηκε και αφέθηκε στη λύτρωση που χαρίζει το χειροκρότημα των μιμητών που θαύμασαν τη μίμηση των δικών τους μιμήσεων.

Δευτέρα 14 Μαρτίου 2011

α-ληθεια


Η αλήθεια ήταν πάντοτε, σα το γυμνό κορμί γυναίκας.
Αγνή στα μάτια των αγνών – πρόστυχη για τους άλλους.
Του πάθους αντικείμενο  -  του έρωτα η Μούσα.
Καθαγιασμένη μήτρα θεϊκή - σάρκα καυτή και μιαρή.

Η λήθη δεν τη σκέπασε κι΄ η μνήμη τη φωτίζει

Και σα θελήσεις με το φώς,
τις λήθες σου να διώξεις,
θυμήσου!  Το ζητούμενο,
αυτό που έχει αξία,
δεν έχει πέπλα ομορφιάς
και ξέγνιαστα στολίδια.

Μονάχα μοιάζει σε πολλά,
με το γυμνό κορμί γυναίκας.
Αγνή στα μάτια των αγνών,
Πρόστυχη για τους άλλους.

Μα πρέπει να ‘σαι έτοιμος,
Για να την αντικρύσεις

Σάββατο 12 Μαρτίου 2011

πορνό-διάλογος


Θέμα Συμπτώσεων

(παρακαλούνται οι που με έχουν σε υπόληψη, να μη το διαβάσουν διότι θα χάσουν πάσαν ιδέα)

Στο 'πα Μελπωμένη μου, εάν δεν υπήρχαν όλες αυτές οι διαβολικές συμπτώσεις τίποτα δε θα είχε συμβεί.
Εάν ο Χαράλαμπος δεν έλειπε κι΄ εκείνo το - όπως όλες τις Τετάρτες - απόγευμα δε θα είχα δεχτεί να πάω.  Και να δεχόμουν, αν ο Χαράλαμπος μου ερχόταν ξαφνικά σπίτι, ... δε θα πήγαινα.  Σου λέω πως ήταν θέμα συμπτώσεων βρε αγάπη μου.   Το ξέρεις άλλωστε πως από πάντα μου, ήμουνα συνεσταλμένη ήμουνα. 
Πρόσεξε καλά τις συμπτώσεις και θα καταλάβεις. Το τηλέφωνο  λειτουργούσε, το άκουσα, δεν ήταν λάθος νούμερο, δεν έμπλεξαν  οι γραμμές, ο Χαράλαμπος δεν είρθε ξαφνικά σπίτι.... 
Τίποτα απ΄ όλα αυτά δε έγινε. Τίποτα!   Ούτε καν τα ρούχα μου δεν είχα.
... τι είπες;  έπρεπε να τα έχω από χτες;  ...
ε όχι ρε Μελπωμένη,  αδιάθετη θα πήγαινα σε ξένον άνθρωπο;  Ούτε τα ρούχα μου ούτε πονοκέφαλο ούτε τίποτα σου λέω....
Και πες μου τώρα εσύ ρε Μελπωμένη πούσαι φιλενάδα καλή, πως δεν ήταν θέμα συμπτώσεων. Για να μη σου πω πως ήτανε συνωμοσία.  Εκατό διαβόλοι συνωμότησαν.
Η μία σύμπτωση μετά την άλλη και ... το κακό έγινε.  Και ξέρεις, δεν είναι οι μοναδικές συμπτώσεις αυτές που σου 'πα.  Σκέψου ότι πήγα στο ξενοδοχείο με ταξί. Ούτε μια τόση δα βλάβη στο δρόμο, ούτε να μας πιάσει λάστιχο, ούτε μια απεργία να πέσουμε στην κίνηση ν΄ αργήσω να βαρεθεί ο πρόστυχος και να φύγει. ... Τίποτα.  
Μπαίνω που λες στο ξενοδοχείο, ούτε καν με ρώτησαν που πάω.  Με άφησαν την ύποπτη να τρέχω μέχρι το ασανσέρ, ν΄ ανεβαίνω στο δωμάτιο,.. μόνη κι΄ απροστάτευτη.  Και να σκεφτείς φορούσα εκείνο το φόρεμα που σου αρέσει με το σκίσιμο, ... εκείνο που όπως λες είναι μαγνήτης.  
..ναι ναι αυτό το διάφανο..
Καλά φιλενάδα, εξωφθαλμίαση παθαίνουν όταν το φοράω...   
..μου πάει ε;  νά 'σαι καλά φιλενάδα!
Στο ξενοδοχείο όμως, ... τίποτα,  Αν με σταματούσαν, αν με ρώταγαν που πάω, αν μου ΄λεγαν ένα προστυχόλογο όπως μου λένε οι ξένοι στο δρόμο, ...με ξέρεις τι συνεσταλμένη πούμαι ρε Μελπωμένη, ... θα ντρεπόμουν και θάφευγα.... 
Μπαίνω που λες μέσα στο δωμάτιο και παρακαλάω.  «Κάνε θεέ μου να σκαλώσει το φερμουάρ του εξώπλατου, κάνε να μην ανοίγουν τα κουμπιά πάνω απ ΄το σκίσιμο της φούστας,  κάνε να μαγκώσει το σουτιέν ή έστω, ...κάνε ανίκανο το γουρούνι.  Βοήθα θέμου  να μείνω αγνή...»  Τίποτα.  Αγρόν ηγόραζε ο Κύριος.  
Κι΄ ο άλλος, ... με περίμενε ξεβράκωτος  με ένα μαραφέτι σαν του Χαράλαμπου, τρεις φορές πιο μεγάλο ...να κοιτάζει το ταβάνι κατακόρυφα. Ούτε να κομπλάρει ο αλήτης  μπροστά σε ξένη γυναίκα, ούτε να του πέσει το δαιμονισμένο του, ούτε τίποτα.  Με κοίταξε με ένα υφάκι σε στυλ «πάλι θα πηδήξω ο τρισμέγιστος» και με την άκρη του ματιού έδειχνε το παλαμάρι του.
Νόμισα στην αρχή πως είναι ψεύτικο.  Δεν είχα ξαναδεί τέτοιο πράμα η καψερή.  Το πιάνω που λες με δυο χέρια για να το βγάλω απο κει πούτανε και να το κρύψω κάπου να μη το βλέπω και κολάζομαι, ... τίποτα!  
...δεν ξεκολλούσε σου λέω...  Το τράβαγα, το ζούλαγα,... δε ξεκόλλαγε από πάνω του με τίποτα. 
Όλες αυτές οι συμπτώσεις μαζεμένες δε σου φαίνονται ύποπτες ρε Μελπωμένη;  Αν αυτό δεν είναι έργο του ξαπωδό, τότε τι είναι; 
Και να τον δεις τον αλήτη πως έκανε όσο προσπαθούσα να του βγάλω το μαραφέτι και να το κρύψω.  Βόγκαγε, μούγκριζε, ... μούβγαζε τα ρούχα,... μέχρι και το βρακί μου έβγαλε ο γελοίος. 
Και χωρίς να το καταλάβω, μπαίνει μέσα δίχως να χτυπήσει, δίχως να ρωτήσει κανέναν.  Τάχασα!  Σκέφτηκα να βάλω τις φωνές να με σώσουν οι διπλανοί αλλά μου είχε κοπεί η μιλιά.  Ήταν προικισμένος ο παλιάνθρωπος και μούκοψε την ανάσα. 
Και να ΄βλεπες πως κουνιότανε ο ακούραστος! Τι προστυχόλογα έλεγε ο στόμας του!  Άλλο να σου λέω κι΄  άλλο να το βλέπεις  φιλενάδα... 
Αχ ρε Χαράλαμπε!  Απ΄ όλες τις Τετάρτες του κόσμου, αυτήνα βρήκες να μην έρθεις εκτάκτως στο σπίτι;  Χάθηκε να λείψεις μια μέρα απ΄ τη δουλειά;  Να με κρατήσεις στον ίσιο δρόμο; 
Σύμπτωση σου λέω, φιλενάδα, σύμπτωση!
Και κει που σκέφτηκα τουλάχιστον να είμαι κυρία και να μην συμμετέχω συναισθηματικά στα όργια του πρόστυχου αλήτη, ... με πιάνει ένας οργασμός Μελπωμένη μου.  Μα ένας οργασμός...
Κι΄ αυτός τίποτα!   Συνέχισε να κουνιέται, να λέει βρομόλογα ο στόμας του και να θέλει κι΄ από πίσω ο ελεεινός.
Τι να κάνω η γυναίκα,  του δόθηκα μη τύχει και πάνε στράφι οι ετοιμασίες που ‘χα κάνει  πριν πάω να τον συναντήσω.  Μα χάθηκε  ο κόσμος να μην είχα κάνει τόσες ετοιμασίες;  Τέτοια σύμπτωση και σ΄ αυτόν τον τομέα;  Ούτε κάτι τις να μην παραμείνει άσπιλο για τον Χαράλαμπο;
Να μη στα πολυλογώ Μελπωμένη μου; ...   Τι είπες Μελπωμένη;   ...  Να πολυλογώ; ...
Κι΄ άλλες λεπτομέρειες θες Μελπωμένη; 
Τι άλλο να σου περιγράψω δηλαδή ρε φιλενάδα; ...  όλα στα είπα.  Για το τηλέφωνο που χτύπαγε δυνατά, για το ταξί που δε χάλασε, για την κιλότα που δε σκάλωσε στο φερμουάρ και με άφησε εκτεθειμένη......
Τι είπες; 
Καύλωσες Μελπωμένη; !!!  ...
 Μη βρίζεις μωρή! ...... Εγώ φταίω που λείπει ο άντρας σου; ....
Σύμπτωση είναι κι΄ αυτό  μωρήηηηη..
###